disallowance$21630$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

disallowance$21630$ - translation to ελληνικό

CONSTITUTIONAL CONCEPT
Disallowance; Disallowance and Reservation; Reservation and disallowance; Disallowance power; Disallow and reserve

disallowance      
n. άρνηση, απόρριψη

Ορισμός

Disallowance
·noun The act of disallowing; refusal to admit or permit; rejection.

Βικιπαίδεια

Disallowance and reservation

Disallowance and reservation are historical constitutional powers that were instituted in several territories throughout the British Empire as a mechanism to delay or overrule legislation. Originally created to preserve the Crown's authority over colonial governments, these powers are now generally considered politically obsolete, and in many cases have been formally abolished.